Από μικρό παιδί θυμάμαι τη μητέρα μου να λέει σε μένα και τ’ αδέλφια μου: «κοιτάξτε να βάλετε ένα κεραμίδι πάνω απ το κεφάλι σας, όπως έκανα εγώ κι ο πατέρας σας». Αυτή η χαρακτηριστική φράση, που έχουμε με τον ένα ή άλλο τρόπο ακούσει όλοι μας, είναι και η επιτομή της σημασίας της σκεπής στο σύνολο της κατασκευής μας.
Εάν έχουμε μόλις τελειώσει την ηλεκτρική και υδραυλική εγκατάσταση, έχει μαλλον φτάσει η στιγμή να πραγματοποιήσουμε την ευχή της μητέρας. Υπογραμμίζουμε το «μάλλον», στην προηγούμενη πρόταση, γιατί είναι δυνατόν να πρέπει να προηγηθούν οι σοβάδες.
Ποια είναι όμως τα χαρακτηριστικά της πετυχημένης σκεπής; Κατ’ αρχήν η σκεπή μας θα πρέπει να παρέχει στεγανότητα. Σε πρώτη εκτίμηση θα έλεγε κανείς ότι και μία μικρή ακόμα κλίση, με την οποία τοποθετούνται τα οποιαδήποτε στεγανά κεραμίδια, εύκολα αντιμετωπίζει αυτό το πρόβλημα καθώς το νερό διοχετεύεται προς τα κάτω, από το ένα κεραμίδι στο επόμενο. Στην πραγματικότητα τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Στην περίπτωση του χιονιού, αυτό δεν ισχύει. Το χιόνι που έχει σκεπάσει μία στέγη, αρχίζει να λιώνει από τη μέση της στέγης. Τότε το λιωμένο χιόνι (δηλ. το νερό) δεν έχει δίοδο προς τα κάτω (όπου ο δρόμος είναι κλειστός από χιόνι που δεν έχει προλάβει ακόμα να λιώσει) και θα περάσει κάτω από τα κεραμίδια, κι από εκεί μπορεί να βρεί εύκολα το δρόμο του προς το εσωτερικό της κατασκευής. Εκτός από το χιόνι, τα διάφορα άλλα ανοίγματα που μπορεί να υπάρχουν στη σκεπή είναι σημεία διακοπής της στεγάνωσης και πιθανώς σημεία εισροής υγρασίας ή και νερού. Τέτοια είναι οι καπνοδόχοι, άλλες σωληνώσεις εξαερισμού, εγκαταστάσεις ηλιακών θερμοσιφώνων ή παράθυρα οροφής. Ακόμα η σκεπή μας πρέπει να είναι στιβαρή και ανθεκτική σε φορτία. Πριν την ολοκλήρωση της κατασκευής θα χρειαστεί να αντέξει το βάρος όσων θα την επισκεφτούν για να κάνουν κάποια εγκατάσταση.
Κατά την διάρκεια της ζωής της θα χρειαστεί να αντέξει τη δύναμη των ανέμων αλλά και το βάρος ενός πιθανού χιονιού. Άλλο χαρακτηριστικό μιας πετυχημένης κατασκευής είναι η αντοχή στο χρόνο. Θα πρέπει τα υλικά να μένουν αναλλοίωτα στο πέρασμα του χρόνου και να μην απαιτούν συχνή συντήρηση ή και αντικατάσταση. Η θερμομονωση που θα παρέχει η κατασκευή μας είναι επίσης μεγάλης σημασίας. Η σκεπή θα δέχεται τις καυτές ακτίνες του ήλιου για ολόκληρη την ημέρα ειδικά κατά την διάρκεια του καλοκαιριού, αλλά και το παγωμένο χαλάζι τον χειμώνα (καμμιά φορά και το καλοκαίρι). Απ’ όλα αυτά θα πρέπει να μας απομονώνει με επιτυχία. Ακόμα ένα χαρακτηριστικό που θα πρέπει να διαθέτει είναι η επαρκής ηχομόνωση.
Ο μόνιμος εξωτερικός θόρυβος (εάν ζούμε σε ένα θορυβώδες περιβάλλον) αλλά και ο περιστασιακός θόρυβος της βροχής, του αέρα ή του χαλαζιού δεν θα θέλουμε να διεισδύουν στο εσωτερικό του σπιτιού μας. Ακόμα, η επισκεψιμότητα και ευκολία συντήρησης, θα πρέπει επίσης να έχουν προβλεφθεί. Δεν θα χρειαστεί να ανεβούμε στην σκεπή μόνο για χάρη της ίδιας της σκεπής αλλά ενδεχομένως και εξαιτίας αλλων συσκευών: για παράδειγμα για την τοποθέτηση (ή την ρύθμιση) μιας κεραίας τηλεόρασης ή ενός ηλιακού θερμοσύφωνα. Σχεδόν όλα τα είδη σκεπής απαιτούν μία περιοδική συντήρηση, αλλά ειδικότερα τα κλασσικά κεραμίδια (που είναι και ο πιο διαδεδομένος τρόπος κάλυψης) απαιτούν επιθεώρηση και αντικατάσταση των κατεστραμένων κομματιών κάθε μία πενταετία.
Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η σκεπή είναι ιδιέταιρα ευαίσθητη και στον ισχυρό άνεμο. Κάποιες εξαιρετικά επικίνδυνες ζημιές μπορούν να προκληθούν από τη σκεπή σε περίπτωση ισχυρού ανέμου: αποκόλληση κεραμιδιών και τραυματισμοί περαστικών. Στην Ελλάδα δεν έχουμε τα καιρικά φαινόμενα που συναντώνται στις Ηνωμένες Πολιτείες (π.χ. τυφώνες), αλλά θα πρέπει η σκεπή να είναι αρκετά γερά δεμένη με την υπόλοιπη κατασκευή, για τον κίνδυνο να αποκολληθεί ολόκληρη. Όσο κι αν αυτό φαίνεται περίεργο, οι πιο αμβλυκόρυφες σκεπές (δηλ. με μικρότερες κλίσεις) αναπτύσουν ισχυρότερες δυνάμεις άνωσης που τείνουν να τις ξεκολλήσουν από την υπόλοιπη κατασκευή.
Από τη φάση του σχεδιασμού ακόμη, πρέπει να αποφασίσουμε το είδος της σκεπής που θα κάνουμε. Εφόσον μιλάμε για κεκλιμένη στέγη, αυτή μπορεί να γίνει από οπλισμένο σκυρόδεμα ή από μεταλλικά στοιχεία ή από ξύλινη κατασκευή. Το οπλισμένο σκυρόδεμα παρέχει το πλεονέκτημα ότι το σπίτι μας θα σκεπαστεί με ένα βασικό τρόπο ήδη από τη φάση του σκελετού, ενώ συνοδεύεται από το μειονέκτημα της τοποθέτησης μεγάλου σχετικά βάρους στο ψηλότερο σημείο της κατασκευής. Σε περίπτωση σεισμού, η συγκέντρωση βάρους στο ψηλότερο σημείο της κατασκευής δεν είναι επιθυμητή.
Η κεκλιμένη στέγη από μπετό παρέχει μέχρι ένα βαθμό κάποια από τα επιθυμητά χαρακτηρηστικά που αναφέραμε παραπάνω: προσφέρει στιβαρό υπόστρωμα, παρέχει ένα φράγμα στην υγρασία και τον θόρυβο, χωρίς να προσφέρει ολοκληρωμένη λύση σε κανένα απ αυτά τα προβλήματα. Το μπετό δεν είναι απολύτως στεγανό και θα χρειαστεί μία καλή μόνωση έτσι κι αλλιώς. Οι ελαφρύτερες κατασκευές από μέταλλο ή ξύλο προσφέρουν καλύτερη κατανομή του βάρους της κατασκευής για την περίπτωση του σεισμού. Ένας άλλος παράγων που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τον σχεδιασμό μιας κατασκευής, είναι η ευκολία διαχείρισης και ανακύκλωσης των υλικών στο τέλος της ζωής μιας κατασκευής. Το μπετόν των κατασκευών που έχουν εξαντλήσει το όριο ζωής τους, θα προκαλέσει σημαντικό πρόβλημα διαχείρισης στις επόμενες γενιές. Αντίθετα, μέταλλο και ξύλο είναι ευκολότερα ανακυκλώσιμα.
Η κλίση της σκεπής μας, θα επηρεάσει ενδεχομένως το είδος της κατασκευής και τα υλικά που θα επιλέξουμε: Τα κλασσικά κεραμίδια δεν είναι κατάλληλα για κλίσεις μικρότερες από 20%. Οι μικρότερες κλίσεις (που καλά θα είναι να αποφεύγονται), εάν υπάρχουν θα απαιτήσουν άλλα υλικά.
Τύποι κεραμιδιών
Υπάρχουν διάφοροι τύποι κεραμιδιών, ή γενικότερα υλικών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επικάλυψη της στέγης μίας κατασκευής. Κατ’ αρχήν μπορεί να είναι τα γνωστά σε όλους μας κεραμικά κεραμίδια που συνήθως παράγονται σε κοκκινωπό χρώμα. Αυτά υπάρχουν σε τρεις κυρίως τύπους: βυζαντινό, ρωμαϊκό και γαλλικό. Τα κεραμίδια αυτά κατασκευάζονται από πηλό που ακολούθως ψήνεται στους χίλιους περίπου βαθμούς, ενώ για να είναι αποδεκτή η ποιότητα του τελικού προϊόντος θα πρέπει αυτό να δοκιμαστεί σε διαδοχικούς κύκλους ψύξης-θέρμανσης, σε αρκετά χαμηλές θερμοκρασίες.
Το βυζαντινό κεραμίδι, που αποτελεί και τον αρχαιότερο τύπο, είναι αρκετά ακριβότερο από τα άλλα δύο γι αυτό και χρησιμοποιείται όλο και λιγότερο. Αντίθετα, τα γαλλικά και ρωμαϊκά κεραμίδια στοιχίζουν σχεδόν το ίδιο ή με μικρές διαφορές μεταξύ τους, κι έτσι είναι οι τύποι κλασσικών κεραμιδιών που χρησιμοποιούνται συχνότερα. Ένα είδος κεραμιδιών που εμφανίζεται όλο και συχνότερα στην χώρα μας, είναι τα ασφαλτικά κεραμίδια, σχήματος ουράς κάστορα. Αυτά αποτελούν ένα αρκετά ακριβότερο υλικό απ ότι τα κλασσικά κεραμικά κεραμίδια, αλλά έχουν τα παρακάτω πλεονεκτήματα: α. είναι πολύ ελαφρύτερα και β. έχουν πολύ μεγάλη αντοχή στις χαμηλές θερμοκρασίες. Στην αγορά μπορεί κανείς να βρει μία αρκετά μεγάλη ποικιλία από άλλα υλικά για επικάλυψη της σκεπής μας. Για παράδειγμα υπάρχουν πλαστικά κεραμίδια, η συνθετικά φύλλα από «σάντουιτς» μετάλλου και ασφαλτικών επικαλύψεων. Αμφότερα τα παραπάνω υπόσχονται αντοχή στο χρόνο, ενώ προσφέρουν και σημαντικά μειωμένο βάρος της συνολικής κατασκευής. Τα πλαστικά υπάρχουν σε διάφορα σχήματα, ανάμεσα στα οποία θα βρείτε και το ρωμαϊκό ή γαλλικό τύπο. Θα ήταν παράλειψη αν δεν αναφέραμε και την ύπαρξη των αμιγώς μεταλλικών τύπων επικαλύψεων. Τέτοιες είναι οι επικαλύψεις με φύλλα κασσιτέρου ή φύλλα χαλκού. Εξαιρετικές αλλά πανάκριβες επιλογές. Ειδικότερα η επικάλυψη με φύλλα χαλκού είναι μία μόνιμη λύση (πολύ μεγάλη διάρκεια ζωής) που συχνά απαντιέται σε δημόσια κτίρια με ιστορική αξία στο εξωτερικό (μουσεία, πανεπιστήμια κα).
Ο χαλκός έχει στην αρχή το γνωστό χρυσαφί χρώμα του, που με το χρόνο μετατρέπεται σε ένα πολύ ελκυστικό πρασινωπό. Εάν αποφασίζατε να κάνετε αυτή την «επένδυση» για την κατοικία σας, θα έπρεπε να κάνετε πολύ προσεκτική επιλογή του τεχνίτη που θα χρησιμοποιήσετε. Η κατασκευή είναι ασυνήθιστη στην πατρίδα μας και έτσι δεν υπάρχει αρκετή εμπειρία σ αυτό το είδος. Ας έρθουμε, όμως, σε ένα άλλο βασικό ερώτημα: Πριν ή μετά τους σοβάδες και γιατί; Η απάντηση εξαρτάται από το κατά πόσον υπάρχουν τοιχία που θα σοβατιστούν και που βρίσκονται πάνω από κομμάτια της σκεπής. Εάν όλα τα κομμάτια που θα σοβατιστούν βρίσκονται χαμηλότερα από τη σκεπή, τότε καλύτερα θα είναι να γίνει η σκεπή και ακολούθως ο σοβατζής να σοβατίσει μια και καλή μέχρι το κάτω μέρος των κεραμιδιών. Αν, ωστόσο, έχουμε κομμάτια τοίχων πάνω από τη σκεπή ή πάνω από κομμάτια της σκεπής, τότε θα πρέπει να προηγηθούν τα σοβατίσματα. Όταν αργότερα φτιαχτεί η σκεπή, ο σοβατζής θα πρέπει να επιστρέψει και να «μερεμετίσει» όπως λέγεται μέχρι το κάτω μέρος των κεραμιδιών. Στην αντίθετη περίπτωση ο σοβατζής θα λερώσει την κεραμοσκεπή μας, αφού θα χρειάζεται να πατάει πάνω σε αυτήν για να σοβατίζει τα κομμάτια των τοίχων που βρίσκονται πάνω από κομμάτια σκεπής.
ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΔΟΜΗ ΣΑΣ!
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ!
ΠΗΓΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΑΣΤΟΡΕΜΑΤΑ